Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2009

Τοπικό - ιδιωματικές λέξεις

Μπεσίκι = η κούνια του παιδιού
Πιλαλάω = τρέχω
Καταράκτης = είδος καταπακτής, μικρής εισόδου
Ντρίνικας = αποθήκη για άχυρα-σανό
Γεργάθια = πλεγμένα σκοινιά σαν δίχτυ που μετέφεραν τα άχυρα
Απόστασα = κουράστηκα
Δικριάνι= εργαλείο για λίχνισμα άχυρων
Πολίμι = ελινός
Κριντίρι =μεταλλικό σκεύος για μεταφορά φαγητού στα κτήματα
Παλάτζα =ζυγαριά για οκά
Αστράχα= είδος κρύπτης κάτω από τα κεραμίδια
Σ’ αλιστάρισα = σ’ έκανα έξω φρενών
Φανάρι = αποθήκευση τροφίμων με σήτα για προφύλαξη από τις μύγες
Κάδι = ξύλινο δοχείο αποθήκευσης τυριού
Λαινα= πιθάρι για ελιές
Τσατουμάς= ξύλινη σοβατισμένη μισοχώριση δωματίου με καλάμια
Καρτσακλίδα = ανοιγόκληση του γονάτου του πίσω ποδιού κατσίκας
Λακάω= τρέχω γρήγορα
Μισάντρα = πόρτα που πάει στη σάλα του σπιτιού
Πισκίρι = σεντόνι που σκεπάζω το ψωμί
Κορίτα =ποτίστρα για τα ζώα (μισός κορμός δέντρου κουφωμένος)
Ρούτα = πανί που καθάριζαν το φούρνο
Συνταβλάω= μαζεύω τα καμένα ξύλα πάνω στην φωτιά
Κονάκι = μέρος συνάθροισης ατόμων
Στρούγκα= μαντρί
Νιάκα = πανί που χρησιμοποιούσαν για την μεταφορά των μωρών στις δουλειές
Τρουγκάνι = κουδούνι για τα ζώα
Ραστα = αδιάβροχο παλτό από τρίχα κατσίκας
Ρασοβράκι= είδος μάλλινου παντελονιού
Ζέβλα =εργαλείο που έμπαινε στο ζυγό των βοδιών που όργωναν
Κρικέλι = αυτό ένωνε το ζυγό των βοδιών με το αλέτρι
Σκαλίδα = εξάρτημα αλετριού
Κατσικομούλουκο =στείρο αρσενικό εύσωμο τραγί που οδηγούσε τα πρόβατα
Χαβάνι= παλιό μπρούτζινο γουδί
Τζιβελέκας = τραχανάς

Eνθυμήσεις από τα παλιά στο μαγαζί της Νούλας τον Οκτώβρη 2009,από τους :

Παναγιώτη και Ποτίτσα Αρφάνη, Στέλιο Καλκίνη, Γεώργιο και Νούλα Καψάλη, Λούη Δ. Μπανάκο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου